Μεγάλο αφιέρωμα του «ΦΩΤΟΣ» και του έγκριτου δημοσιογράφου που ζει και εργάζεται στα Ιωάννινα Βαγγέλη Γυφτόπουλου, στους παίκτες που ανέδειξε η ηπειρώτικη πόλη αλλά και στην ιστορική Αναγέννηση. Το αφιέρωμα έχει πάρει την έγκριση από τον ίδιο τον συντάκτη να δημοσιευτεί και στην ανανεωμένη ιστοσελίδα της Αδελφότητας Αγναντιτών Αθήνας.

Η Άρτα δεν φημίζεται μόνο για το ιστορικό γεφύρι που «ολημερίς το χτίζανε και το βράδυ γκρεμιζόταν», για τις ομορφιές του Αμβρακικού Κόλπου, τα γραφικά χωριά σκαρφαλωμένα στις πλαγιές των Τζουμέρκων, τα πολλά εκκλησιαστικά και βυζαντινά μνημεία και ομορφιές, τον παραγωγικό κάμπο της με τα άριστης ποιότητας πορτοκάλια αλλά φημίζεται και για το ποδόσφαιρο. Είναι μια ποδοσφαιρομάνα, που ανέδειξε σπουδαίους και μεγάλους ποδοσφαιριστές, οι οποίοι έκαναν καριέρα στην Α’ Εθνική, φτάνοντας μέχρι και την Εθνική Ελλάδας. Όταν μιλάς για ποδόσφαιρο στην Άρτα, ο νους πάει στη θρυλική Αναγέννηση. Μια ιστορική ομάδα, γνωστή στο πανελλήνιο, με την πιο βαριά φανέλα στην Ήπειρο, μετά τον ΠΑΣ Γιάννινα. Μπορεί να αγωνίζεται σήμερα στη Γ’ Εθνική και να απουσιάζει πολλά χρόνια από τις μεγάλες κατηγορίες, αλλά έχει πίσω της μεγάλη διαδρομή, που άφησε ανεξίτηλα σημάδια. Την ασπρόμαυρη φανέλα με σήμα το ξακουστό γεφύρι φόρεσαν σπουδαίοι ποδοσφαιριστές, που μεταγράφηκαν σε μεγάλες ομάδες κάνοντας σπουδαία καριέρα. Αυτά τα ποδοσφαιρικά διαμάντια που βγήκαν από τις αλάνες της Άρτας, από τα καμποχώρια του Αμβρακικού και από μέρη που μοιάζουν με «αετοφωλιές» των Τζουμέρκων, θα παρουσιάσουμε σήμερα από τη στήλη μας.

Όπως συμβαίνει στις κλειστές κοινωνίες των επαρχιακών πόλεων, έτσι και στην Άρτα η τοπική ομάδα είναι πάντα το σημείο αναφοράς. Στην προκειμένη περίπτωση η θρυλική Αναγέννηση. Αρκετοί ποδοσφαιριστές που ξεχώρισαν για τις ικανότητες και το ταλέντο τους άνοιξαν περισσότερο τα φτερά παίζοντας και σε ομάδες Α’ Εθνικής. Άλλοι πάλι, ενώ ήταν μεγάλα ταλέντα, δεν είδαν σοβαρά το ποδόσφαιρο και έμειναν μια ζωή στην πόλη τους, χωρίς να υπολείπονται σε αξία από αυτούς που πήγαν κάπου ψηλότερα.


Η Αναγέννηση ιδρύθηκε το 1960 από τη συγχώνευση των ομάδων Αετός, Παναμβρακικός και Ολυμπιακός Άρτας. Ο Παναμβρακικός το 1959 έφτασε στα προημιτελικά του Κυπέλλου Ελλάδας, πετυχαίνοντας τη μεγαλύτερη διάκριση σε αυτόν τον θεσμό απ’ όλες τις ομάδες της Ηπείρου και της Βορειοδυτικής Ελλάδας. Αυτό το ρεκόρ έσπασε το 1963 ο Αβέρωφ Ιωαννίνων που έφτασε στα ημιτελικά και το ισοφάρισε το 2007 ο ΠΑΣ Γιάννινα, πετυχαίνοντας την ίδια διάκριση. Η Άρτα, όχι μόνο επί εποχής Αναγέννησης αλλά και παλιότερα, έβγαζε σπουδαίους παίκτες, που η φήμη τους έμεινε στα όρια της περιοχής. Η δε Αναγέννηση, τέλη δεκαετίας του ’60 και αρχές δεκαετίας του ’70, έφτιαξε πανίσχυρη ομάδα που άξιζε να πάει στην Α’ Εθνική. Δεν το πέτυχε από λεπτομέρειες ή από αδικίες. Όσοι έζησαν εκείνη την εποχή έχουν να λένε τα καλύτερα.

Με την ίδρυση της Β’ Εθνικής το 1962 η φήμη της απλώθηκε παντού. Επόμενο ήταν τα ταλέντα από την Άρτα να μπουν στο στόχαστρο μεγαλύτερων ομάδων. Το καλοκαίρι του 1965 μεταγράφηκαν στην Παναχαϊκή ο αρχηγός Κώστας Αμβράζης, ο τερματοφύλακας Γιώργος Κίκκης και ο μεσοεπιθετικός Νίκος Πριόβολος. Το επόμενο καλοκαίρι του 1966 αποκτήθηκε και ο Βασίλειος Ρέντζος. Η πατρινή ομάδα ήταν ακόμη στη Β’ Εθνική, αλλά είχε συνεχώς ανοδική πορεία με Δαβουρλή, Μιχαλόπουλο, Λεγάτο, Σίδερη, Σαραντόπουλο και άλλους στο δυναμικό της. Λίγα χρόνια μετά προστέθηκαν στη μηχανή των Αχαιών οι Ρήγας, Στραβοπόδης, Λεβεντάκος και άλλοι σπουδαίοι παίκτες που έφτασαν την ομάδα μέχρι την Ευρώπη. Οι Αμβράζης, Κίκκης, Πριόβολος, Ρέντζος ήταν οι πρώτοι άσοι από την Άρτα που άνοιξαν τα ποδοσφαιρικά φτερά τους. Ο Κώστας Μπανιάς μάς είπε ότι το 1963 πήγε για ένα φεγγάρι και ο Μαστρογιάννης στον Φωστήρα. Ο «φονέας των γιγάντων» ήταν τότε στα ερασιτεχνικά της Αθήνας. Στη μεγάλη Παναχαϊκή περισσότερες συμμετοχές είχε ο Κώστας Αμβράζης, που αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση για το ποδόσφαιρο της Άρτας. Ολοκληρώνοντας τον κύκλο του στην Πάτρα, επέστρεψε στην Άρτα. Όταν σταμάτησε το ποδόσφαιρο, υπηρέτησε την αρτινή ομάδα από διάφορά πόστα και επί σειρά ετών ως πρόεδρος, έφορος ποδοσφαίρου, ακόμη και προπονητής. Αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση, εμβληματική φυσιογνωμία για το ποδόσφαιρο της Άρτας. Βοήθησε πολλούς ποδοσφαιριστές που του το αναγνωρίζουν διαχρονικά. «Μεγάλος ποδοσφαιριστής, καταπληκτικός πρόεδρος στην Αναγέννηση, άνθρωπος με αξίες και αγάπη για την ομάδα και τους παίκτες, τον ευχαριστούμε για όλα» έγραψε για τον Κώστα Αμβράζη ο Μήτσος Νταλάκας.

Στις αλάνες και στις γειτονιές της Άρτας τα παιδιά έπαιζαν ποδόσφαιρο. Στα δικά της παιδιά στηρίχθηκε η Αναγέννηση, όταν χτύπησε την πόρτα της Α’ Εθνικής, κοντράροντας στα ίσα σημαντικές ομάδες όπως τους ΠΑΣ Γιάννινα, Απόλλωνα Σμύρνης, ΟΦΗ, Καλαμάτα, Κόρινθο. Μεταξύ των αστέρων της εποχής οι Σιακούφης, Κουτσογεώργος, Ευταξίας, Χρηστάκης, Μπασούκας, Χουλιάρας, Πέτσας, Τσίτσικας, Τσιάφης, Κλάρας, Τζιομάκης, Νίκου, Λάιος, Ρέντζος, Κοντογιώργος, Παπαδιώτης, Δημουλίτσας, Βάσιος και άλλοι. «Όλοι οι παίκτες εκείνης της Αναγέννησης θα μπορούσαν να σταθούν στην Α’ Εθνική, πολλοί αδικήθηκαν που δεν πήγαν σε μεγάλες ομάδες, αφού είχαν ταλέντο και προσόντα» μας είπε πολλά χρόνια μετά, το 1988, ο Ανδρέας Παπαεμμανουήλ, όταν επέστρεψε ως προπονητής στην Άρτα. Στάθηκε στην περίπτωση του Τάκη Κουτσογεώργου, λέγοντας ότι είχε το στυλ και τον δυναμισμό του Γιώργου Σιδέρη. Το ποδόσφαιρο ήταν ακόμη ερασιτεχνικό. Οι περισσότεροι παίκτες επιζητούσαν επαγγελματική αποκατάσταση, παρά μεταγραφή. Τον Κουτσογεώργο ήθελε πολύ η ΑΕΚ, αλλά δεν τα έβρισκε με τη διοίκηση της Αναγέννησης. Στα τελειώματα της καριέρας του έπαιξε για έναν χρόνο στον Παναιτωλικό, τη σεζόν 1977-78 στη Β’ Εθνική, με 8 συμμετοχές και 1 γκολ, όπου τραυματίστηκε και σταμάτησε το ποδόσφαιρο.


Ο Δημήτρης Σιακούφης στον Παναιτωλικό

Ο πρώτος ποδοσφαιριστής από την Άρτα που αγωνίστηκε στα σαλόνια της Α’ Εθνικής ήταν ο Δημήτρης Σιακούφης. Το καλοκαίρι του 1975 μεταγράφηκε στον Παναιτωλικό, που είχε ανεβεί για πρώτη φορά στην Α’ Εθνική. Είναι γέννημα-θρέμμα Αρτινός, ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από τα Ρακούν και το 1964 μεταγράφηκε στον Σκουφά Κομποτίου. Το καλοκαίρι του 1965 μετακόμισε στα Γιάννινα για να παρακολουθήσει μαθήματα σε φροντιστήριο, ετοιμαζόμενος για τις εισαγωγικές εξετάσεις στη Γυμναστική Ακαδημία. Τον πλησίασαν οι παράγοντες του Ατρόμητου Ιωαννίνων για να τον πάρουν στην ομάδα τους. Λίγο πριν υπογράψει, πήγε στα Γιάννινα ο πατέρας του και τον έβαλε να υπογράψει στην Αναγέννηση. Έγινε αρχηγός και ένας από τους καλύτερους παίκτες. Κατά καιρούς ενδιαφέρθηκαν να τον αποκτήσουν ΠΑΟΚ, ΑΕΚ, ΠΑΣ Γιάννινα, Παναχαϊκή, αλλά κάτι στράβωνε την τελευταία στιγμή. Στο Αγρίνιο έγινε βασικός στην Α’ Εθνική με προπονητή τον Χασιώτη και συμπαίκτες τους Σαββουλίδη, Γλυκοκάλαμο, Γιακουμή, Γούναρη, Χιλ, Κωστόπουλο, Σερκίδη, Γαβαλά, Παππά, Δενδρινό, Γκανιάτσα, Γούναρη, Τάκο και άλλους. Στον Παναιτωλικό αγωνίστηκε μέχρι το 1979 με 102 συμμετοχές και 7 γκολ σε Α’ και Β’ Εθνική. Έκλεισε την καριέρα του σε ερασιτεχνικές ομάδες της περιοχής, ενώ αγωνίστηκε και στον Αμβρακικό Βόνιτσας. Όπως προαναφέραμε, τη σεζόν 1977-78 πήγε στον Παναιτωλικό και ο Κουτσογεώργος, συμπαίκτης για έναν χρόνο με τον Σιακούφη, όπως στις καλές ημέρες της Αναγέννησης.

Στη μεγάλη Παναχαϊκή ο Νταλάκας

Επόμενη μεγάλη μεταγραφή ήταν του Δημήτρη Νταλάκα. Το καλοκαίρι του 1979 μεταγράφηκε από την Αναγέννηση στην Παναχαϊκή που μεσουρανούσε στην Α’ Εθνική με Δαβουρλή, Ψαρρά, Ιωακειμίδη, Καραμανλή, Σπεντζόπουλο, Γεωργόπουλο και άλλους. Ήταν το μαύρο καλοκαίρι για την Αναγέννηση, που υποβιβάστηκε από τη Β’ Εθνική μετά από μπαράζ αγώνα με τη Βέροια στη Ριζούπολη, ματς που σήμανε το τέλος της μεγάλης εποχής. Ο Δημήτρης Νταλάκας αγαπήθηκε πολύ στην Πάτρα για τη μεγάλη μπάλα που έπαιξε και για τον καλό χαρακτήρα του. Σε παλιότερη συνέντευξη είχε δηλώσει στο «ΦΩΣ»: «Στάθηκα πολύ τυχερός που πήγα στη μεγάλη Παναχαϊκή. Εκεί με αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή, έμαθα πολλά πράγματα πάνω στο ποδόσφαιρο και άλλαξε εντελώς η ζωή μου. Ήταν τυχερό τελικά να πάω στην ιστορική ομάδα της Πάτρας που είχε πολύ μεγάλο εκτόπισμα. Σε αυτά τα 8,5 χρόνια έδωσα ό,τι καλύτερο είχα για να τιμήσω τη φανέλα της Παναχαϊκής, τον κόσμο της και όσους έδειξαν σε μένα εμπιστοσύνη. Είμαι ο μοναδικός ξένος παίκτης που έμεινε 8,5 χρόνια στην Παναχαϊκή. Είναι για μένα ένας τίτλος τιμής». Ο Δημήτρης Νταλάκας το καλοκαίρι του 1988 επέστρεψε στην Αναγέννηση. «Ο πρώτος που ξεχώρισε το ταλέντο του ήταν ο προπονητής Νίκος Πάγκαλος» μας λέει για τον Νταλάκα ο αθλητικογράφος και ιστορικός ερευνητής Κώστας Μπανιάς, προσθέτοντας: «Ο Πάγκαλος έκανε τη μεγάλη Δόξα Δράμας. Πέρασε για έναν χρόνο στη δεκαετία του ’70 και από την Άρτα. Έμενε στο ξενοδοχείο “Αμβρακία”. Πολλές οι συζητήσεις που κάναμε για ποδόσφαιρο. Για τον Νταλάκα μού είπε ότι θα φτάσει ψηλά, δεν έχει ξαναδεί χαφ με τόσο μεγάλα πνευμόνια, ώστε να μπορεί να βγάζει όχι δύο αλλά τρία ημίχρονα».


Οι μεταγραφές Βαΐτση και Γεωργιάδη

Ο κάμπος της Άρτας συνέχιζε να βγάζει ποδοσφαιριστές. Ο Γιώργος Βαΐτσης βρέθηκε αμούστακο παιδί στην Αναγέννηση. Σε ηλικία 16 ετών, τη σεζόν 1983-84, έκανε ντεμπούτο στο πρωτάθλημα της Γ’ Εθνικής με προπονητή και παίκτη την παλιά δόξα της ΑΕΚ, Διονύση Τσάμη. Βασικός στο ματς με την Αχαϊκή στην Πάτρα για την 3η αγωνιστική. Γρήγορα ξεδίπλωσε το ταλέντο του, κλήθηκε στις μικρές εθνικές ομάδες, πέφτοντας στις μεταγραφικές κεραίες του Ολυμπιακού. Το καλοκαίρι του 1985, μετά από δύο γεμάτες σεζόν στην Άρτα, μετακόμισε στο λιμάνι. Ήταν επιθετικός με καλές διεισδύσεις από τα άκρα. Με τον Ολυμπιακό αγωνίστηκε σε δύο περιόδους, ενώ σε επίπεδο Α’ Εθνικής αγωνίστηκε σε Παναχαϊκή και Εθνικό Πειραιώς. Ο Αλκέτας Παναγούλιας τον κάλεσε στην εθνική ομάδα ανδρών, παίρνοντας το βάπτισμα του πυρός σε παιχνίδι με την Ουγγαρία. Ήταν η μοναδική συμμετοχή του στο εθνικό συγκρότημα, ενώ έχει 229 συμμετοχές και 47 γκολ στην Α’ Εθνική. Έναν χρόνο μετά τη μεταγραφή του Βαΐτση στον Ολυμπιακό, άλλος ένας παίκτης της Αναγέννησης πέρασε στα μεγάλα σαλόνια.

Η εποχή Νικοπολίδη

Η δεκαετία του ’80 ήταν πολύ παραγωγική σε ανάδειξη ταλέντων. Το 1987 η Αναγέννηση απέκτησε από τη Βίγλα Άρτας ένα ψηλόλιγνο παλικάρι, που λόγω ύψους το έβαζαν να παίζει σέντερ φορ για να παίρνει τις κεφαλιές, αλλά μετά έγινε τερματοφύλακας. Ο λόγος για τον διεθνή γκολκίπερ Αντώνη Νικοπολίδη με τη γνωστή πορεία του στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Αρχικά ήταν στη σκιά των Θωμά Δημητρίου και Νίκου Νικολάου. Έκανε ντεμπούτο στο ματς με τη Λαμία στις 20/12/1987 για το πρωτάθλημα της Γ’ Εθνικής και σταδιακά πήρε θέση βασικού. Όπως λένε οι τότε συμπαίκτες του, παιδί χαμηλών τόνων ο Αντώνης, δούλευε στις προπονήσεις και παρακολουθούσε και τα μαθήματά του στο Τεχνικό Λύκειο Άρτας. Ο τότε προπονητής Ανδρέας Παπαεμμανουήλ τον πρότεινε για μεταγραφή στον Παναθηναϊκό. Έτσι, το καλοκαίρι του 1989 βρέθηκε στην Παιανία, ανοίγοντας νέα σελίδα στην καριέρα αλλά και στη ζωή του. Το 2004 βρέθηκε στον Ολυμπιακό, γνωρίζοντας δόξα και παίρνοντας τίτλους, ενώ με την εθνική ομάδα το 2004 σήκωσε στην Πορτογαλία το Κύπελλο Ευρώπης. Αφετηρία αυτής της μεγάλης καριέρας το ξερό γήπεδο της Άρτας, που πολλές φορές δεν μπορούσε να φορέσει παντελόνι από τα ματωμένα γόνατα. Στο βιβλίο του «Ο αγώνας της ζωής μου» ο Αντώνης Νικοπολίδης αναφέρει: «Στην Αναγέννηση έμαθα τι σημαίνει να είσαι συνεπής στις προπονήσεις, να δουλεύεις και να ετοιμάζεσαι για το παιχνίδι της Κυριακής, να είσαι επαγγελματίας και να προστατεύεις τη ζωή σου από ξενύχτια και ανόητες περιπέτειες. Έμαθα τι σημαίνει να έχεις υποχρεώσεις…».


Αρτινός είναι και ο Γιάννης Αναστασίου

Το καλοκαίρι του 1986 η ΑΕΚ δαπάνησε ένα σεβαστό ποσό για να αποκτήσει τον Λάμπρο Γεωργιάδη. Ποδοσφαιριστής με πολλά προσόντα, ως αριστερός μπακ χαφ φόρεσε 102 φορές τη φανέλα της ΑΕΚ, δίπλα σε μεγάλα ονόματα της «Ένωσης». Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από τη Νέα Σινώπη Πρέβεζας, πήγε στον ΠΑΣ Πρέβεζα και στη συνέχεια με μεταγραφή στην Αναγέννηση Άρτας, για να καταλήξει στην ΑΕΚ, που ήταν η οροφή της καριέρας του.

Γέννημα-θρέμμα της Άρτας είναι και ο Γιάννης Αναστασίου. Από μικρός έδειχνε ότι έχει μέλλον στο ποδόσφαιρο, παίζοντας στον Ακράτητο Ακροποταμιάς και στις μικτές ομάδες της ΕΠΣ Άρτας. Ενώ ήταν κάτω από τη μύτη της Αναγέννησης, τον άρπαξε μέσα από τα χέρια της το 1990 ο ΠΑΣ Πρέβεζας. Η πορεία του στη συνέχεια είναι γνωστή σε Ελλάδα και εξωτερικό, με σταθμούς της μεγάλης καριέρας του οι ομάδες Εθνικός Πειραιώς, ΟΦΗ, Άντερλεχτ, Ρόντα, Άγιαξ, Σπάρτα Ρότερνταμ, Αλμέρι Σίτι. Διετέλεσε προπονητής των Παναθηναϊκού, Ατρόμητου και ομάδων του εξωτερικού. Στην Άρτα αγωνίστηκε τη σεζόν 1992-93 και ο διεθνής Μιχάλης Καψής, καθώς ο πατέρας του, Άνθιμος, ήταν προπονητής στα Γιάννινα. Από την Αναγέννηση βρέθηκε στον Εθνικό Πειραιώς, στην ΑΕΚ, στην Μπορντό και στη συνέχεια στον Ολυμπιακό και στην εθνική ομάδα.
Ο Μπαλάφας και οι υπόλοιποι παίκτες

Στα νεότερα χρόνια σημαντική καριέρα έκανε στον ΠΑΟΚ ο Σωτήρης Μπαλάφας. Ξεκίνησε από τον Εθνικό Φιλιππιάδας, μεταγράφηκε το 2003 στην Αναγέννηση και το 2005 δόθηκε στον ΠΑΟΚ, όπου παρέμεινε επτά χρόνια. Στη συνέχεια αγωνίστηκε σε ΠΑΣ Γιάννινα, Εργοτέλη, στην ουκρανική Χοβέρλα, σε Βέροια, Κέρκυρα, Νίκη Βόλου. Από τα σημαντικά ταλέντα στην Ήπειρο ήταν και ο Περικλής Σπυράκος. Τεχνίτης που θύμιζε… Μαραντόνα! Η Αναγέννηση ήταν ο βατήρας για να φτάσει στην Α’ Εθνική με Τρίκαλα και Πανηλειακό, ενώ αγωνίστηκε και σε άλλες ομάδες Β’ και Γ’ Εθνικής. Με τον Ηρακλή Θεσσαλονίκης αγωνίστηκε στην Α’ Εθνική στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ο Δημήτρης Θώδης, που βγήκε από τα σπλάχνα της Αναγέννησης. Στην ιστορική πόλη με το θρυλικό γεφύρι έχει την ποδοσφαιρική αφετηρία και ο Βαγγέλης Καούνος. Από τους Φιλέλληνες Πέτα μεταγράφηκε στην Αναγέννηση, που τον έδωσε με μεταγραφή το 2001 στην Κοζάνη. Το ταξίδι ήταν μεγάλο, με σταθμούς τις ομάδες: Ξάνθη, Καλλιθέα, Εθνικός Αστέρας, ΠΑΣ Γιάννινα, Καλαμάτα, Αστέρας Τρίπολης, Παναιτωλικός, Λάρισα. Στην Α’ Εθνική έχει 80 συμμετοχές και 11 γκολ, στη Β’ Εθνική 135 συμμετοχές και 52 γκολ. Από τους σπουδαιότερους επιθετικούς (σέντερ φορ) που ανέδειξε το ποδόσφαιρο της Άρτας. Από την εποχή του Κουτσογεώργου είχε να βγει τέτοιος στράικερ. Άλλος ένας Αρτινός ποδοσφαιριστής που διέπρεψε στην Α’ Εθνική με τον ΠΑΣ Γιάννινα και τον Άρη είναι ο Κώστας Καζναφέρης. Ξεκίνησε από τις αλάνες της Άρτας, για να αποκτηθεί το 2006 από τον «Άγιαξ της Ηπείρου» που του άνοιξε νέους δρόμους στην καριέρα του. Από τα τοπικά πρωταθλήματα της Άρτας ξεκίνησε σε μικρή ηλικία ο Λάμπρος Βαγγελής. Από τις ακαδημίες του Ρακούν πήγε στις ομάδες νέων της Σιένα της Ιταλίας, έπαιξε για λίγο στο Καμπιονάτο, μετακόμισε στην Ελλάδα Βερόνας και το 2003 μεταγράφηκε στον ΠΑΟΚ. Κεντρικός χαφ που θα έφτανε ψηλά αν δεν είχε προβλήματα τραυματισμών. Για ένα διάστημα αγωνίστηκε στον ΠΑΣ Γιάννινα και στον Θρασύβουλο Φυλής.

Αυτοί είναι οι παίκτες που αναδείχθηκαν στην Αναγέννηση και αγωνίστηκαν στην Α’ Εθνική. Υπάρχουν και δεκάδες άλλοι που μεταγράφηκαν σε ομάδες Β’ Εθνικής. Ορισμένοι από αυτούς, όπως ο Κώστας Δήμας, ήταν ποδοσφαιρικά διαμάντια, αλλά από κακές συγκυρίες δεν γνώρισαν τα μεγάλα σαλόνια του ελληνικού ποδοσφαίρου. Μετά απ’ όλα όσα περιγράψαμε, δικαιολογημένα χαρακτηρίζουμε την Άρτα ποδοσφαιρομάνα, γιατί πραγματικά αυτός ο τόπος γέννησε και ανέδειξε σπουδαίους ποδοσφαιριστές.

Το σχόλιο σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *