Το γεφύρι της Άρτας σε γκραβούρα του W. Turner (1820). Η Άρτα, παλιά πρωτεύουσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου, γνωστή με αυτό το όνομα από το έτος 1082, ήταν κτισμένη στην αριστερή όχθη του Αράχθου, απλωνόταν αμφιθεατρικά στους πρόποδες του λόφου της Περάνθης (Βαλαώρας) και κατείχε τη θέση της αρχαίας Αμβρακίας. Παραδόθηκε στους Οθωμανούς στις 10 Μαρτίου του 1449, εξασφαλίζοντας κάποια προνόμια και παρέμεινε στην κατοχή τους μέχρι τις 24 Ιουνίου του 1881, με ένα μικρό διάστημα Βενετοκρατίας (1688-1715)
Αρθρογραφία,  ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ,  ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ - ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΖΟΥΜΕΡΚΩΝ (24 ΙΟΥΝΙΟΥ 1881)- ΜΙΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ

(Αναδημοσίευση του άρθρου του Χρ. Αρ. Παπακίτσου από το υπ’αριθμ.179 ΑΠΡΙΛΙΟΣ-ΜΑΪΟΣ-ΙΟΥΝΙΟΣ 2012 φύλλο της εφημερίδας ΑΓΝΑΝΤΑ ΑΡΤΑΣ )

Στο νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος που απέκτησε οντότητα μετά την Επανάσταση του 1821 δεν συμπεριλήφθηκε η Ήπειρος. Τα σύνορα του κράτους έφταναν ως τη γέφυρα του Άννινου και τον ποταμό Αχελώο.


Οι Τζουμερκιώτες και Ραδοβυζινοί δεν ένιωσαν και δεν ανέπνευσαν ως το 1881 τον ζωογόνο αέρα της λευτεριάς και τον ανέπνεαν μπαρουτοκαπνισμένο. Δεν υπέστειλαν ούτε για μια στιγμή τη σημαία της επανάστασης και δεν έβαλαν τα όπλα τους στα ράφια. Συνέχιζαν με πατριωτικό πάθος τους απελευθερωτικούς αγώνες τους. Εξακολουθούσαν να ποτίζουν με το αίμα τους το δένδρο της ελευθερίας, άλλοτε κατά αυτοτελείς και ολιγομελείς ομάδες και άλλοτε, ενταγμένοι σε μεγαλύτερα επαναστατικά σώματα της περιοχής, μετείχαν σε οργανωμένες τοπικές εξεγέρσεις, όπως εκείνες των επαναστάσεων των ετών 1854, 1866 και 1878, για τις οποίες πλήρωσαν βαρύ τίμημα.


Η καταστροφή των περιοχών των Τζουμέρκων και των Ραδοβυζίων, κυρίως μετά την ατυχή επανάστασή τους το 1878, ευαισθητοποίησε τις τότε Μεγάλες Δυνάμεις οι οποίες έκαναν αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις με τους Τούρκους που κάθε φορά επιδίωκαν την τροποποίηση των συμφωνιών προς το συμφέρον τους. Η τελευταία και αποτελεσματική προσπάθειά τους κατέληξε στη συμφωνία της Κωνσταντινουπόλεως (24 Μαΐου 1881) που έγινε με πρωτοβουλία του Γλάδστωνα και του Βίσμαρκ, την οποία αποδέχθηκε η κυβέρνηση του Κουμουνδούρου. Με αυτή παραχωρήθηκε στην Ελλάδα η περιοχή της Άρτας, ως τον Άραχθο, και η Θεσσαλία (πλην της περιοχής Ελασσόνας).

Οι Τούρκοι το ξανασκέφτηκαν, μετάνιωσαν και άρχισαν να προωθούν δυνάμεις προς το Πέτα και τον Άννινο για να εμποδίσουν την είσοδο του ελληνικού στρατού στην Άρτα. Η επέμβαση των πρεσβευτών των Μ. Δυνάμεων ανάγκασε τον Τούρκο διοικητή της Άρτας Χατζή Εμίν Πασά να δρομολογήσει τις διαδικασίες εκκένωσης της πόλης. Ο δρόμος για την απελευθέρωση άνοιγε πλέον διάπλατα.

Στις 20 Ιουνίου οι κάτοικοι υποδέχονται με ενθουσιασμό στη γέφυρα Άρτας την επιτροπή οροθέτησης και επίβλεψης της παράδοσης της πόλης. Την αποτελούσαν εκπρόσωποι των Μ. Δυνάμεων, των Ελλήνων και των Τούρκων. Στην ελληνική αντιπροσωπεία συμμετείχαν οι στρατηγοί Σαπουτζάκης και Σκαρλάτος Σούτσος. Ο πρώτος επιστρέφει στην περιοχή Άννινου για να ετοιμάσει την είσοδο του στρατού, ενώ ο δεύτερος παραμένει στην πόλη για να παρίσταται στις διαδικασίες αποχώρησης των Τούρκων. Την παραμονή 23 Ιουνίου, ο στρατός μας μπαίνει στο Δημαριό και στη συνέχεια όλα τα τμήματα συγκεντρώνονται κοντά στο Κομπότι και με ενθουσιασμό παίρνουν το δρόμο για την Άρτα.

Την 24 Ιουνίου 1881 η Άρτα ελευθερώνεται. Όλοι οι κάτοικοι υποδέχονται το στρατό στην είσοδο της πόλης στο ύψος των Αγίων Θεοδώρων, όπου έστησαν αψίδα. Παρόντες στην υποδοχή ο δήμαρχο Αντωνόπουλος, ο Μητροπολίτης Σεραφείμ Ξενόπουλος με σύσσωμο τον κλήρο. Στις 4 μ.μ. εισέρχεται στην πόλη ο στρατός με επικεφαλής το στρατηγό Σκαρλάτο Σούτσο, ενώ η μουσική παιάνιζε νικητήρια εμβατήρια. Ο ενθουσιασμός του πλήθους είχε φτάσει στο κατακόρυφο. Ζητωκραυγές, χειροκροτήματα, κλάματα, αγκαλιές, φιλιά και ξέφρενοι πανηγυρισμοί ξεχύνονταν από το ανθρώπινο μελισσολόι!. Ο μητροπολίτης Σεραφείμ υποδεχόμενος το στρατηγό λέει: «Ευφράνθητε ουρανοί. Σαλπίσατε τα θεμέλια της γης, βοήσατε τα όρη ευφροσύνην». Ο στρατηγός απαντά: «Σεβασμιώτατε εν ονόματι της Α. Μ. του βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Α΄ καταλαμβάνω την Άρταν».


Ακολούθησε η προσφώνηση του δημάρχου Αντωνόπουλου που μεταξύ άλλων πανηγυρικών λόγων, παλλόμενος από πατριωτικό ενθουσιασμό, κατά την εφημερίδα «Θεσσαλική», είπε : «Τα δεσμά της δουλείας εθραύσθησαν. Η Άρτα, πόλις ιστορική, ρίπτεται ελευθέρα εις τας αγκάλας της μητρός. Εν Ηπείρω ο κατακτητής συνεσπειρώθει πλέον».

Το γεφύρι της Άρτας κατά την απελευθέρωση της πόλης από τους Οθωμανούς το 1881 ειναι πλέον το σύνορο της Ελεύθερης Ελλάδας. Από την μια μεριά οι Τούρκοι που χρησιμοποιήσαν τότε το σημερινό Λαογραφικό Μουσείο ως τελωνείο, και από την άλλη οι Έλληνες. Στην φωτογραφία Έλληνες στρατιώτες ποζάρουν στο φωτογραφικό φακό,για την πιο σημαντική στιγμή της Ιστορίας της πόλης. Μαζί και κάποιοι πολίτες Έλληνες και Οθωμανοί. Στο βάθος στο άνοιγμα της πρώτης καμάρας διακρίνονται οι σκηνές από το στρατόπεδο του Ελληνικού στρατού.
(πηγή: https://www.artavoice.gr/istoria/gefyri-tis-artas-kata-tin-apeleytherosi-tis-polis)

Το γεγονός της Απελευθέρωσης της Άρτας γιορτάστηκε και στην Αθήνα με φωταγωγίες και παρελάσεις. Στις 28 Ιουνίου έγινε μεγάλη δοξολογία εντός του φρουρίου της Άρτας για την επίσημη επισφράγιση της Απελευθέρωσης της πόλεως και της ανατολικά του Αράχθου περιοχής της (Τζουμέρκων και Ραδοβυζίων).

Αυθημερόν, μονάδες στρατού στάλθηκαν στα μεγάλα χωριά της περιοχής και από εκεί μικρές ομάδες Ελλήνων στρατιωτών ή χωροφυλάκων, μετέβαιναν σ’ όλα τα χωριά για να σηματοδοτήσουν με την παρουσία τους την ανάληψη της εξουσίας από το Ελληνικό Κράτος. Παντού οι κάτοικοι άφηναν τις δουλειές τους και έτρεχαν στις πλατείες να υποδεχθούν τους ελευθερωτές με ασταμάτητες κωδωνοκρουσίες, με ζητωκραυγές, με πανηγυρικούς τουφεκισμούς και με δοξολογίες. Οι πανηγυρισμοί των Τζουμερκιωτών δεν είχαν τελειωμό! Η Άρτα, τα Τζουμέρκα και τα Ραδοβύζια πανηγύριζαν την πολυπόθητη λευτεριά τους και έστελναν και στα χωριά της δυτικής (της δεξιάς) όχθης του Αράχθου το μήνυμα ότι η Ελλάδα και η λευτεριά ήταν δίπλα τους, τα άγγιζαν και δε θα αργούσαν να τα αγκαλιάσουν.

Όλη η Ελλάδα πανηγύριζε για τη λευτεριά μας. Όλοι οι Έλληνες ήθελαν να βρίσκονταν στην Άρτα εκείνες τις ημέρες της εθνικής έξαρσης.

Ο ποιητής Γ. Σουρής διερμηνεύοντας αυτή την πανελλήνια επιθυμία έγραφε το ποίημα:

ΑΧ ΤΙ ΚΡΙΜΑ
Πόσο τώρα μετανοιώνω που δεν είμαι στρατιώτης!
Αχ! Αν ήμουν και πάλι φανταράκι ζηλευτό,
θε να πήγαινα στην Άρτα παλληκάρι κι εγώ πρώτης
δίχως ναύλο να πληρώσω ούτε κάλπικο λεφτό.
Αχ τι κρίμα να μην είμαι φανταράκι σαν και πρώτα,
να περνώ ζωή και κότα!

ο γεφύρι της Άρτας σε γκραβούρα του W. Turner (1820). Η Άρτα, παλιά πρωτεύουσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου, γνωστή με αυτό το όνομα από το έτος 1082, ήταν κτισμένη στην αριστερή όχθη του Αράχθου, απλωνόταν αμφιθεατρικά στους πρόποδες του λόφου της Περάνθης (Βαλαώρας) και κατείχε τη θέση της αρχαίας Αμβρακίας. Παραδόθηκε στους Οθωμανούς στις 10 Μαρτίου του 1449, εξασφαλίζοντας κάποια προνόμια και παρέμεινε στην κατοχή τους μέχρι τις 24 Ιουνίου του 1881, με ένα μικρό διάστημα Βενετοκρατίας (1688-1715)

Αυτή τη μεγάλη ημέρα για την Ελλάδα, για την Άρτα, για τα Τζουμέρκα και τα Ραδοβύζια την ξεχνάμε. Ο εορτασμός της Επετείου τώρα γίνεται μόνο στην πόλη της Άρτας. Τα πρώτα χρόνια μετά την Απελευθέρωση η Επέτειος εορταζόταν σε όλα τα μεγάλα χωριά, κυρίως σε εκείνα που είχαν την έδρα τους Στρατιωτικές Μονάδες, καθόσον ο Άραχθος μέχρι την 21 Φεβρουαρίου του 1913 καθόριζε τη συνοριακή γραμμή μεταξύ της ελεύθερης Ηπείρου και της κατεχόμενης από τους Τούρκους.


Η πρώτη Επέτειος (24 Ιουνίου 1882) της Απελευθέρωσης εορτάστηκε με λαμπρότητα στην Έδρα της Επαρχίας Τζουμέρκων, στα Άγναντα. Ο Διοικητής της φρουράς, σε ανάμνηση του μεγάλου για την περιοχή των Τζουμέρκων ιστορικού γεγονότος, φύτεψε στην κεντρική πλατεία των Αγνάντων έναν πλάτανο που φύτρωσε και θέριεψε, όπως θέριεψε και η ελευθερία μας, και ατενίζει με αισιοδοξία και την επόμενη χιλιετία*.

Οι Δήμοι Τζουμέρκων και Ραδοβυζίων, οι Τοπικές Κοινότητες και οι πάσης φύσεως Πολιτιστικοί Φορείς, θα προσφέρουν σημαντικές υπηρεσίες αν στα ετήσια προγράμματα των δραστηριοτήτων τους εντάξουν και τον εορτασμό της Επετείου της Απελευθέρωσης του τόπου μας. Γιορτές για τη φασουλάδα, την προβατίνα, την «μπλατσάρα» (χορτόπιτα),το τσίπουρο κτλ κάνουμε κάθε χρόνο. Ας κάνουμε κοντά σ’αυτές και μια ιστορική Επέτειο. Τη χρωστάμε σ’ αυτούς που έχυσαν το αίμα τους για την ελευθερία μας. Τη χρωστάμε στην ιστορική μνήμη.

Διαβάστε εδώ το άρθρο και ολόκληρο το 179ο Φύλλο της εφημερίδας ΑΓΝΑΝΤΑ ΑΡΤΑΣ: https://agnanta.com.gr/wp-content/uploads/2021/04/179_s.pdf

*Αυτός, λοιπόν, ο πλάτανος, που ταυτίστηκε με τη ζωή των Αγναντιτών, τελείωσει. Χτυπήθηκε από την ασθένεια των πλατάνων, “το μεταχρωματικό έλκος” και πλέον αποτελεί παρελθόν από το χωριό μας, Στη θέση του φυτεύτηκαν δύο νέοι πλάτανοι με σκοπό να θυμίζουν την επί 137χρόνια παρουσία του.

Το σχόλιο σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *